- Καπουκίνοι
- Βλ. λ. Καπουτσίνοι.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… … Dictionary of Greek
Καπουτσίνοι — Καπουτσίνοι, οι και Καπουκίνοι, οι (λ. ιταλ.), όνομα μοναχικού τάγματος της Δυτικής Εκκλησίας, που ονομάστηκε έτσι από την κουκούλα που φορούσαν όσοι ανήκαν σ αυτό … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)